Το βορειοδυτικό τμήμα του νομού Αττικής και Βοιωτίας που αποτελεί τμήμα της ανατολικής Στερεάς Ελλάδας. Τα όρια του νομού αυτού δεν ήταν πάντα τα ίδια. Οι αρχαίοι εννοούσαν τη χώρα που χωρίζεται από την Αττική με τον Κιθαιρώνα και την Πάρνηθα, με τη θάλασσα από την Εύβοια, με τον Παρνασσό από τη Φωκίδα και την Οίτη από τη Λοκρίδα. Έτσι η Βοιωτία περιλάβαινε τη μεγάλη πεδιάδα της Θήβας και της Λιβαδειάς.
Από την αρχαία εποχή τη διεκδικούσαν πολλοί λαοί για τη θέση της, γιατί εκεί έβρισκαν όλα τα απαραίτητα για να ζήσουν. Η αρχαία παράδοση αναφέρει πολλούς τέτοιους λαούς, οι οποίοι κατοίκησαν στη Βοιωτία, οι σημαντικότεροι όμως ήταν οι Μινύες, οι Βοιωτοί και οι Καδμείοι. Οι δυο πρώτοι από τους λαούς αυτούς προέρχονταν από τη Θεσσαλία, ενώ οι Καδμείοι ήταν Φοίνικες ή Ελληνοφοίνικες. Την προϊστορία της Βοιωτίας αναφέρουν και τα ομηρικά ποιήματα, στα οποία εμφανίζονται οι Βοιωτοί ενωμένοι σε ομοσπονδία που παίρνει μέρος στον πόλεμο εναντίον της Τροίας με 50 πλοία. Σύμφωνα με τη μυθολογία, το όνομά της η περιοχή το πήρε από το Βοιωτό, γιο του Ποσειδώνα και της Άρνης.
Η Βοιωτία αναφέρεται επίσης ως γενέτειρα του θεού Διόνυσου και του ήρωα Ηρακλή.
Η πόλη βρίσκεται σε υψόμετρο 200 μέτρων, στο δυτικό τμήμα του νομού, στο άκρο της πεδιάδας της Κωπαΐδας, 130 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Αθήνας. Βόρεια της πόλης εκτείvεται o Παρνασσός και vότια o Ελικώνας στoυς πρόπoδες τoυ oπoίoυ είναι κτισμέvη η παλιά πόλη της Λιβαδειάς. Διαρρέεται από τον μικρό ποταμό Έρκυνα. Τα διoικητικά όρια τoυ Δήμoυ περιλαμβάvoυv έκταση 212,491 τετραγωνικών χιλιομέτρων και ο πληθυσμός της είναι: 21.397 (απογραφή 2011).
Κατά μια παράδοση, η πόλη ονομαζόταν παλαιότερα Μίδεια και ήταν χτισμένη σε λόφο. Αργότερα μετονομάστηκε σε Λεβάδεια από τον Αθηναίο Λέβαδο, που εγκατέστησε τους κατοίκους στην πεδιάδα.
Κατά τους ιστορικούς χρόνους, η Λιβαδειά ήταν περίφημη για το πανάρχαιο Μαντείο του Τροφωνίου, το οποίο είχαν επισκεφθεί και συμβουλευθεί ο Κροίσος, ο Μαρδόνιος, ο Αιμίλιος Παύλος κ.α. Πήρε μέρος στο κοινό των Βοιωτών και ακολούθησε την τύχη των άλλων βοιωτικών πόλεων.
Το 395 π.Χ. λεηλατήθηκε από τον Λύσανδρο και το 86 π.Χ. από τον Μιθριδάτη, γνώρισε όμως ιδιαίτερη ακμή κατά τον 2ο μ.Χ. αιώνα.
Η αρχαία πόλη ήταν κτισμένη στη δεξιά όχθη της Έρκυνας, και ερείπιά της ήλθαν στο φως μετά από ανασκαφές. Τα περισσότερα από αυτά (λουτρό, αγορά, δρόμος, μητρώο) καθώς και μεγάλος αριθμός επιγραφών χρονολογούνται από τον 4ο π.Χ. ως τον 3ο μ.Χ. αιώνα.
Ο Ορχομενός είναι κωμόπολη του νομού Βοιωτίας και έχει πληθυσμό 5.238 κατοίκους. Αποτελεί έδρα του Δήμου Ορχομενού ο οποίος έχει πληθυσμό 10.732 κατοίκους και έκταση 230.098 στρεμμάτων. Ο Ορχομενός είναι χτισμένος σε πεδινή τοποθεσία, στην βόρεια πλευρά της πεδιάδας της Κωπαΐδας. Διαρέεται από τον Μέλανα ποταμό (Μαυροπόταμος) που είναι παραπόταμος του βοιωτικού Κηφισού. Η κύρια δραστηριότητα των κατοίκων του Ορχομενού είναι η γεωργία.
Υπάρχουν πολυάριθμες μυθολογικές αναφορές για τον Ορχομενό. Ο σημαντικότερος μυθικός κύκλος ξεκινάει από τον βασιλιά Αθάμα που είχε παιδιά τον Φρίξο και την Έλλη.
Με τον Ορχομενό επομένως συνδέεται ο μύθος του χρυσόμαλλου δέρατος και της Αργοναυτικής εκστρατείας.
Ο Ορχομενός φαίνεται να κατοικήθηκε από την νεολιθική περίοδο, γύρω στο 6000 π.χ. Μεγάλη ακμή όμως γνώρισε την πρώιμη Μηκυναϊκή περίοδο μεταξύ 2.000 και 1.200 π.Χ. όταν κατοικήθηκε από ένα αρχαιοελληνικό φύλλο τους Μινύες. Την περίοδο εκείνη η περιοχή γνώρισε μεγάλη ακμή. Χαρακτηριστικό της μεγάλης ανάπτυξης της κοινωνίας των Μινυών είναι τα αποστραγγιστικά έργα που έγιναν τότε, για την πρώτη αποξήρανση της Κωπαΐδας.
Ο Όμηρος κάνει αναφορά στην Ιλιάδα για τον πλούτο των κατοίκων του Ορχομενού. Η πόλη συμμετείχε στον Τρωικό πόλεμο με αρχηγούς τον Ασκάλαφο και τον Ιάλμενο.
Το σπουδαιότερο βυζαντινό μνημείο της Ελλάδας του 11ου αιώνα, η Μονή του Οσίου Λουκά του Στειριώτη, είναι ιδρυμένο σε γραφική πλαγιά στις δυτικές υπώρειες του Ελικώνα, κοντά στην αρχαία Στειρίδα.
Το μοναστήρι με τις δύο μεγάλες εκκλησίες (το ναό της Παναγίας και το Καθολικό), την Κρύπτη,το καμπαναριό, τα κελιά και τα άλλα κτίσματα, αφιερωμένο στον θαυματουργό τοπικό άγιο, απέκτησε σύντομα μοναδική ακτινοβολία και τούτο γιατί η μορφή της τέχνης του θεωρείται πρότυπο για τα βυζαντινά μνημεία του 11ου αιώνα σε όλη την Ελλάδα.
Βασική πηγή των πληροφοριών μας για το μοναστήρι και τον Όσιο Λουκά είναι ο Βίος του, που συνέταξε ανώνυμος μαθητής του το 962, λίγα χρόνια μετά το θάνατο του Οσίου το 953.
Ο Παρνασσός αποτελεί μία από τις νότιες απολήξεις της Πίνδου και εκτείνεται στους νομούς Βοιωτίας, Φωκίδας και Φθιώτιδας. Με υψόμετρο 2.260 μέτρα συγκαταλέγεται ανάμεσα στα υψηλότερα βουνά της Ελλάδας, ενώ η εντυπωσιακή γεωμορφολογία του τον καθιστά αναμφισβήτητα ένα από τα πιο σημαντικά ορεινά συμπλέγματα. Εδώ βρίσκουμε το μεγαλύτερο χιονοδρομικό κέντρο της Ελλάδας και εκείνο που δέχεται τους περισσότερους χιονοδρόμους και επισκέπτες. Λειτούργησε για πρώτη φορά το 1976 και από τότε άλλαξε κυριολεκτικά την οικονομική και κοινωνική μορφή της γύρω περιοχής. Η Αράχωβα, οι Δελφοί, η Αγόριανη, ο Πολύδροσος, η Ιτέα, η Λιβαδειά και γενικά οι περιοχές που εφάπτονται του ορεινού όγκου του Παρνασσού απέκτησαν μεγάλη οικονομική αξία. Το βουνό δέχεται καθ’ όλη τη διάρκεια του χειμώνα δεκάδες χιλιάδες επισκεπτών.
Η περιοχή Καρακόλιθος έχει συνδεθεί με μια από τις φρικιαστικότερες ιστορίες της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα. Ανατολικά της Λιβαδειάς και βορειοανατολικά του Διστόμου, στον παλαιό δρόμο Λιβαδειάς-Διστόμου, ο Καρακόλιθος είναι ένα στενό πέρασμα ανάμεσα σε δύο πλαγιές.
Την άνοιξη του 1944 άνδρες του ΕΛΑΣ έστησαν ενέδρα σε Γερμανούς προκαλώντας τους απώλειες. Σε αντίποινα οι Γερμανοί κατακτητές στις 25 Απριλίου του ’44 – περίπου δύο μήνες, δηλάδη, πριν την μεγάλη σφαγή του Διστόμου – εκτέλεσαν 134 Έλληνες. Σε ανάμνηση της τραγωδίας στον Καρακόλιθο δεσπόζει ένα μεγάλο μνημείο στο οποίο αναγράφονται τα ονόματα των 134 θυμάτων της γερμανικής θηριωδίας.
Ο μύθος θέλει, όμως, λόγω της γεωγραφικής του θέσης τον Καρακόλιθο να είναι το σημείο στο οποίο είχε σταθεί η μυθική Σφίγγα η οποία σκότωνε όσους διαβάτες δεν είχαν απάντηση στο ερώτημά της «ποιο ον το πρωί στέκεται στα τέσσερα, το μεσημέρι στα δύο και το βράδυ στα τρία» μέχρι που ο Οιδίποδας απάντησε σωστά υποχρεώνοντας το ανθρωπόμορφο μυθικό τέρας να πέσει στον γκρεμό και να σκοτωθεί. Στον Καρακόλιθο υπάρχουν ευρήματα αρχαίου πύργου εκεί όπου εκτιμάται ότι βρισκόταν η αρχαία πόλη Τραχίς.
Ολόκληρος ο δήμος Χαιρώνειας παρουσιάζει έντονο το αρχαιολογικό στοιχείο. Το ομώνυμο χωριό βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του νομού Βοιωτίας, σε απόσταση 15 χιλιομέτρων από τη Λιβαδειά. Κατά την πρώιμη αρχαιότητα, η Χαιρώνεια ονομαζόταν Άρνη, από την κόρη του Αιόλου, του Θεού των Ανέμων. Το σημερινό της όνομα οφείλεται στον τοπικό ήρωα Χαίρωνα, γιο του Απόλλωνα και της Θηρούς. Η πόλη συνδέθηκε με τον ιστορικό Πλούταρχο (υπήρξε γενέτειρά του), καθώς και με την ομώνυμη μάχη του 338 π.Χ., οπότε ο Μακεδόνας βασιλιάς Φίλιππος νίκησε τις συμμαχικές δυνάμεις των άλλων ελληνικών πόλεων και εδραίωσε την κυριαρχία του στη νότια Ελλάδα. Κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους η Χαιρώνεια θεωρούνταν λαμπρή πόλη. Πρέπει να καταστράφηκε από μεγάλο σεισμό το 551 μ.Χ.
Το δήμο Χαιρώνειας συμπληρώνουν τα χωριά Άγιος Βλάσης, Ακόντιο, Ανθοχώρι, Βασιλικά, Θούριο, Προσήλιο και Προφήτης Ηλίας. Ο Άγιος Βλάσης πήρε το όνομά του από μικρό μοναστήρι που βρισκόταν στην περιοχή (σήμερα στη θέση του υπάρχει μόνο ένα εκκλησάκι). Στη θέση του Άγιου Βλάση υπήρχε κατά την αρχαιότητα η πόλη Πανοπεύς (ή Πανόπεια κατ’ άλλους), που πήρε το όνομά της από τον ήρωα Πανοπέα. Από την Πανόπεια περνούσε ο δρόμος που οδηγούσε στους Δελφούς, γιατί πίστευαν ότι από εκεί είχε περάσει ο Απόλλωνας όταν κατευθυνόταν προς την πόλη αυτή για να ιδρύσει το μαντείο. Η Πανόπεια καταστράφηκε από τον Ξέρξη και αρκετά χρόνια αργότερα και από τον Φίλιππο Β’.
Ο Ελικώνας είναι γνωστός από την Ελληνική μυθολογία διότι υπήρχαν σε αυτόν δύο πηγές αφιερωμένες στις Μούσες: η Αγανίππη και η Ιπποκρήνη, και οι δύο έχουν τη λέξη «άλογο» (ίππος) στο τοπωνύμιο τους. Κατά τον ύστερο έβδομο αιώνα π.Χ., ο ποιητής Ησίοδος εξύμνησε τη νεότητά του όταν βοσκούσε τα πρόβατά του στις πλαγιές του Ελικώνος (Θεογονία, 23), όπου ο Έρως και οι Μούσες ήδη είχαν ιερά και ένα χορευτικό πεδίο κοντά στην κορυφή, όπου «τα παλλόμενα πόδια τους ξυπνούν την ερωτική επιθυμία» (Ησίοδος, 8). Εκεί οι Μούσες τον ενέπνευσαν και άρχισε να τραγουδά την απαρχή των θεών. Έτσι ο Ελικών έγινε το έμβλημα της ποιητικής εμπνεύσεως. Ο Ησίοδος αναφέρει άλλες πηγές που ήταν άντρα των Μουσών: «Λούζουν τα μικρά τους σώματα στο νερό του Περμεσσού ή της Ιπποκρήνης ή του στοιχειωμένου Ολμειού». Στον Ελικώνα ευρίσκετο επίσης η πηγή όπου ο Νάρκισσος εμπνεύστηκε από την ίδια του την ομορφιά.
Στον Ομηρικό Ύμνο στον Ποσειδώνα, μία σύντομη επίκληση, ο θεός χαιρετίζεται ως «κύριος του Ελικώνος».
Σύμφωνα με τη Θεογονία του Ησιόδου ήταν κόρες της Μνημοσύνης και του Δία (υπάρχει έστω και ένα άτομο στη μυθολογία που να μην είναι παιδί του Δία..μάλλον όχι!) και είχαν για ηγέτη τους το θεό Απόλλωνα (θεός της μουσικής, του χορού και του Ήλιου και αυτός γιος του Δία!). Σύμφωνα με την παράδοση: Δύο Μούσες δημιούργησαν την θεωρία και την πράξη στη μάθηση. Τρεις Μούσες δημιούργησαν τους μουσικούς τόνους, τις χορδές της Λύρας, τους χρόνους παρελθόντα, ενεστώτα και μέλλοντα, τα τρία πρόσωπα και οτιδήποτε τριάριθμο. Τέσσερις εφεύραν τις διαλέκτους την αττική, την ιωνική, τη δωρική και την αιωλική. Πέντε τις 5 αισθήσεις μας και τέλος εφτά εφεύραν τους 7 πλανήτες, τα 7 φωνήεντα και τις 7 ουράνιες ζώνες!
Τα ονόματα τους είναι: Κλειώ, Ευτέρπη, Θάλεια, Μελπομένη, Τερψιχόρη, Ερατώ, Πολυμνία, Ουρανία, Καλλιόπη.
Στις Θεσπιές, και συγκεκριμένα στο Ιερό Άλσος των Μουσών, διοργανώνονταν κάθε τέσσερα χρόνια γιορτές προς τιμήν των Μουσών, τα «Μουσεία». Στις γιορτές συμμετείχαν ποιητές, μουσικοί και αθλητές, οι οποίοι διαγωνίζονταν στη σάλπιγγα, την επική ποίηση, τη ραψωδία, την κιθάρα, τον αυλό, τη σατυρική ποίηση και την υποκριτική τραγωδίας και κωμωδίας και έπαιρναν ως έπαθλο ένα στεφάνι από κισσό ή ροδοδάφνη.
Jan van Balen : Ο Απόλλωνας και οι εννέα Μούσες.
Hans Jordaens : Η Αθηνά επισκέπτεται τις Μούσες.
Στο Δίστομο του νομού Βοιωτίας έγινε κατά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο μια εκ των ειδεχθέστερων σφαγών αμάχων από τις Γερμανικές κατοχικές δυνάμεις.
Αν και από το χωριό Δίστομο τα Γερμανικά στρατεύματα δεν δέχθηκαν κάποια πρόκληση για λόγους αντεκδίκησης ο 2ος λόχος του 8ου Συντάγματος της 4ης Αστυνομικής Τεθωρακισμένης Μεραρχίας Γρεναδιέρων των Ες Ες άρχισε την σφαγή όσων κατοίκων έβρισκαν στο χωριό. Η μανία τους ήταν τόσο μεγάλη, ώστε δεν ξεχώριζαν από το μακελειό ούτε τα γυναικόπαιδα ούτε τους ηλικιωμένους. Τον ιερέα του χωριού τον αποκεφάλισαν, βρέφη εκτελέστηκαν και γυναίκες βιάστηκαν πριν θανατωθούν. Η σφαγή σταμάτησε μόνον όταν νύχτωσε και αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στην Λειβαδιά, αφού πρώτα έκαψαν τα σπίτια του χωριού. Οι νεκροί του Δίστομου έφτασαν τους 228, εκ των οποίων οι 117 γυναίκες και 111 άντρες, ανάμεσά τους 53 παιδιά κάτω των 16 χρόνων.
Η μαρτυρία του απεσταλμένου του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού Eλβετού George Wehrly ο οποίος έφτασε στο Δίστομο μετά λίγες μέρες μιλάει για 600 νεκρούς στην ευρύτερη περιοχή.
Το Κωρύκειον Άντρο βρίσκεται στη νοτιοδυτική πλευρά του Παρνασσού σε υψόμετρο 1.360μ. και απέχει περίπου 10 χλμ. από την πόλη της Αράχωβας. Ονομάζεται και Σαρανταύλι (Σαρανταυλι γιατί έχει τόσο καλή ακουστική σαν να παίζουν σαράντα αυλοί) ή σπήλαιο του Πανός. Το στόμιο του Κωρύκειου Άντρου είναι πολύ στενό και χαμηλό και δύσκολα διακρίνεται από τον επισκέπτη. Μπαίνοντας όμως μέσα, ανοίγεται μπροστά μας ένας μεγάλος θόλος με ύψος που φτάνει τα 50 μέτρα.
Ο Παυσανίας, στα Φώκια του, μας πληροφορεί ότι : πηγαίνοντας κάποιος από τους Δελφούς προς την κορφή του Παρνασσού και σε απόσταση περίπου εξήντα σταδίων, έντεκα και κάτι χιλιόμετρα, από την πόλη του Φοίβου, συναντάει άγαλμα χάλκινο. Σήμερα φυσικά το άγαλμα δεν υπάρχει αλλά στην είσοδο του κηρυκείου, ο περιηγητής μπορεί να διακρίνει μια βάση που ίσως πάνω σ αυτή έστεκε το άγαλμα. Επίσης στην είσοδο διακρίνουμε την επιγραφή »ΕΥΣΤΡΑΤΟΣ ΑΛΚΙΔΗΜΟΥ ΑΜΒΡΥΣΣΙΟΣ ΣΥΝΠΕΡΙΠΟΛΩ ΠΑΝΙ ΝΥΜΦΑΙΣ». Το Κωρύκειο Άντρο το είχαν αφιερωμένο οι Αρχαίοι Έλληνες στο Θεό Πάνα και στις Κωρύκειες Νύμφες (5ος αι. πΧ). Ο Αισχύλος αναφέρει το σπήλαιο ως χώρο επίσκεψης θεϊκών πνευμάτων. Εκεί είχαν καταφύγει και οι κάτοικοι των Δελφών το 480 πΧ κατά την επιδρομή των Περσών.
Η μικρή κωμόπολη της Βοιωτίας γνωρίζει μεγάλες δόξες τα τελευταία χρόνια.Η ανάπτυξη του χιονοδρομικού κέντρου,η εύκολη πρόσβαση από την Αθήνα,τη Λαμία αλλά και άλλες ελληνικές μεγαλουπόλεις την έχουν κάνει αγαπημένο τόπο χειμωνιάτικων διακοπών. Φτάνοντας στην Αράχωβα θα συναντήσετε την κοσμοπολίτικη ατμόσφαιρα του κεντρικού δρόμου. Πίσω όμως από τη φανταχτερή βιτρίνα θα ανακαλύψετε μια πολιτεία που αντιστέκεται αποτελεσματικά στον χρόνο και στην εξέλιξη.
Τα πέτρινα χωριάτικα σπίτια με τις αχνιστές καμινάδες στριμώχνονται στα στενά ανηφορικά δρομάκια και όλο το χωριό μοιάζει να κρέμεται στις πλαγιές του βουνού, σ΄ ένα τοπίο που αγγίζει τα όρια της τελειότητας. Τους χειμωνιάτικους μήνες ο Παρνασσός τυλίγεται συχνά σε ομίχλη και τότε τα φώτα της Αράχωβας λάμπουν πιο έντονα μέσα στο ασημί φως και η εικόνα του χωριού γίνεται παραμυθένια!
Giovanni Maria Bottala : Δευκαλίων και Πύρρα
Οφείλει το όνομά του στον ήρωα Παρνασσό, γιο του Ποσειδώνα και της νύμφης Κλεοδώρας. Ετυμολογικά η λέξη Παρνασσός είναι μάλλον πελασγική και σημαίνει το δασωμένο βουνό.
Με τον Παρνασσό συνδέεται ο κατακλυσμός του Δευκαλίωνα. Η μυθολογική παράδοση λέει ότι όταν ο Δίας αποφάσισε να καταστρέψει το διεφθαρμένο ανθρώπινο γένος, ο Δευκαλίων, γιος του Προμηθέα, έφτιαξε ένα πλοίο, στο οποίο επιβιβάστηκε ο ίδιος με τη γυναίκα του, την Πύρρα. Μετά από εννέα μερόνυχτα ασταμάτητης βροχής, το πλοίο προσάραξε στον Παρνασσό. Εκεί ο Δευκαλίων τέλεσε θυσία προς τιμήν του Δία και ο θεός, ήρεμος πλέον, πραγματοποίησε την ευχή του Δευκαλίωνα, να ξαναδημιουργηθεί το ανθρώπινο γένος.
Ο Δευκαλίων και η Πύρρα πήγαν στους Δελφούς, στο ιερό της Θέμιδος και την παρακάλεσαν για την επαναδημιουργία του ανθρωπίνου γένους. Εκείνη τους είπε ότι θα έπρεπε να καλύψουν τα πρόσωπά τους και να πετάνε πίσω τους τα οστά της μητέρας τους. Ερμηνεύοντας το χρησμό, κάλυψαν τα πρόσωπά τους και πετούσαν πίσω τους πέτρες, τα οστά δηλαδή της μητέρας Γης. Κάθε πέτρα που πετούσε ο Δευκαλίων γινόταν άνδρας και κάθε πέτρα που πετούσε η Πύρρα γινόταν γυναίκα. Από την πρώτη δε πέτρα που πέταξε ο Δευκαλίων προήλθε ο Έλληνας, ο γενάρχης των Ελλήνων.
Αργότερα, ο Παρνασσός θα συνδεθεί με το θεό Απόλλωνα και θα αποκτήσει αίγλη ισάξια με εκείνη του Ολύμπου στα μάτια των αρχαίων Ελλήνων, ενώ η ίδρυση του ιερού Μαντείου στους Δελφούς στις νοτιοδυτικές πλαγιές του, θα τον κάνει γνωστό στα πέρατα του κόσμου.
Στους πρόποδες του Παρνασσού, στο υποβλητικό φυσικό τοπίο που σχηματίζεται ανάμεσα σε δύο θεόρατους βράχους, τις Φαιδριάδες, βρίσκεται το πανελλήνιο ιερό των Δελφών και το πιο ξακουστό μαντείο της αρχαίας Ελλάδας. Οι Δελφοί ήταν ο ομφαλός της γης, όπου, σύμφωνα με τη μυθολογία, συναντήθηκαν οι δύο αετοί που έστειλε ο Δίας από τα άκρα του σύμπαντος για να βρει το κέντρο του κόσμου, και για πολλούς αιώνες αποτελούσαν το πνευματικό και θρησκευτικό κέντρο και το σύμβολο της ενότητας του αρχαίου ελληνισμού. Η ιστορία των Δελφών χάνεται στην προϊστορία και στους μύθους των αρχαίων Ελλήνων. Σύμφωνα με την παράδοση, εδώ αρχικά υπήρχε ιερό αφιερωμένο στη γυναικεία θεότητα της Γης, και φύλακάς του ήταν ο φοβερός δράκοντας Πύθων. Ο Απόλλωνας σκότωσε τον Πύθωνα και το δικό του ιερό ιδρύθηκε από Κρήτες που έφθασαν στην Κίρρα, το επίνειο των Δελφών, με τη συνοδεία του θεού, μεταμορφωμένου σε δελφίνι. Ο μύθος αυτός σχετικά με την κυριαρχία του Απόλλωνα επιβίωσε σε εορταστικές αναπαραστάσεις που γίνονταν στους Δελφούς, τα Σεπτήρια, τα Δελφίνια, τα Θαργήλεια, τα Θεοφάνεια, και, βέβαια, τα περίφημα Πύθια, που τελούνταν για να θυμίζουν τη νίκη του θεού εναντίον του Πύθωνα και περιελάμβαναν μουσικούς διαγωνισμούς και γυμνικούς αγώνες.